Μετά την εκλογή του (σοσιαλιστικού κόμματος), η σοσιαλιστική πλειοψηφία οδηγεί σε μια πολιτική εξίσου ευνοϊκή με αυτή των δεξιών προκατόχων της. Δεν εκπλήσσει τίποτα: είναι όλοι τους μέρος της ίδιας τάξης, της αστικής. Δεν είναι το χρώμα των υποψηφίων που μπορεί να «μετατρέψει/γυρίσει την παλίρροια», αλλά η εφαρμογή της λαϊκής εξουσίας.
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο PS (Parti Socialist) και στο UMP (Union pour un Mouvement Populaire)? Απάντηση: η φύση των εκλογικών υποσχέσεων. Τον Ιανουάριο 2012 ο υποψήφιος Ολλαντ δήλωνε ότι ο αληθινός εχθρός του ήταν η χρηματοδότηση. Προσέθετε ότι υπολόγιζε να πλαισιώσει τα μπόνους και να αφαιρέσει τα δικαιώματα προαίρεσης αγοράς μετοχών. Αυτή η εκλογή δεν είναι κατανοητή παρά μόνο μέσα στο πλαίσιο των συνηθισμένων στρατηγικών επικοινωνίας για να ανέβεις στην εξουσία. Ο Σιρακ είχε το «κοινωνικό χάσμα», ο Σαρκοζι την υπόσχεση να είναι ο «πρόεδρος της αγοραστικής δύναμης». Αλλά πίσω από τον εκλογικό οίστρο κρύβεται μια πραγματικότητα πιο κοντά στις πολιτικές ίντριγκες, στην υπηρεσία των καπιταλιστών και των πιο πλουσίων, από τους πιο σταθερούς συμμάχους τους, τους αστούς πολιτικούς.
Πολιτική στην υπηρεσία των αφεντικών
Οι δυο πρώτες χρονιές της σοσιαλιστικής πενταετίας δεν ήταν παρά μια διαδοχή δώρων προς τους εργοδότες και τους καπιταλιστές. Τον Οκτώβριο του 2012 η κυβέρνηση οπισθοχώρησε μπροστά στο κίνημα των «περιστεριών» , τα αφεντικά start-up, που διαμαρτύρονταν ενάντια στη φορολόγηση των κερδών τους. Ύψος/ποσό του δώρου? Περίπου 750,000,000 ευρώ. Το Δεκέμβριο του 2012, μετά την έκθεση του Louis Gallois (που φτάνει ένα ετήσιο εισόδημα της τάξης των 2,000,000 ευρώ) η κυβέρνηση υλοποιεί/εισαγάγει την πίστωση φόρου ανταγωνιστικότητας εργασίας (CICE) που ισοδυναμεί με νέες απαλλαγές από τα κοινωνικά τέλη για τις επιχειρήσεις που δείχνουν να «ανακουφίζονται από το κόστος εργασίας». Ύψος: 13,000,000,000 για το 2012 και 20,000,000,000 για το 2014. Αυτό το δώρο δεν εμποδίζει τον Auchan, που αγγίζει τα 120,000,000 χάρη στο CICE, να απολύσει 300 άτομα. Την άνοιξη του 2013, η κυβέρνηση εγκρίνει την «Εθνική Διεπαγγελματική Συμφωνία» που νομιμοποιεί τον εργοδοτικό εκβιασμό και διευκολύνει τις απολύσεις. Αποτέλεσμα? Στη Renault, το πάγωμα μισθών για 3 χρόνια, την αύξηση του χρόνου εργασίας χωρίς αποζημίωση και την καταστροφή 7500 θέσεων εργασίας από τώρα μέχρι το 2016. Ο υπουργός των γαλλικών αφεντικών Moutebourg εκφράζει την ικανοποίησή του και μιλάει για «αμοιβαίες παραχωρήσεις».
Οι καπιταλιστές έχουν την εξουσία
Τελευταίο μέτρο σε ημερομηνία: το περίφημο «σύμφωνο υπευθυνότητας». Η κυβέρνηση υπόσχεται 30,000,000,000 ευρώ απαλλαγή για τις επιχειρήσεις σε αντάλλαγμα τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η εν λόγω διάταξη είναι εμπνευσμένη από το «σύμφωνο εμπιστοσύνης» προτεινόμενο από τον Medef τον Νοέμβριο του 2014 που απαιτεί νέες απαλλαγές φόρων με αντάλλαγμα τη δημιουργία 1,000,000 θέσεων εργασίας. Αυτά εδώ δεν είναι παρά τα πιο εντυπωσιακά (σημ. άλλη λέξη ψάχνω εδώ,αν μπορεί να το αποδόσει κάποιος καλύτερα) παραδείγματα μιας πολιτικής στην υπηρεσία των αφεντικών. Επειδή υπήρχε επίσης, μέσα στο πλαίσιο της περίπτωσης των συντάξεων, η επιμήκυνση της διάρκειας της εγγραφής για τους μισθωτούς το Σεπτέμβριο του 2013 ή επίσης η αύξηση του ΦΠΑ (υπερασπιζόμενη από τον Medef) τον Ιανουάριο του 2014. Το σύμφωνο υπευθυνότητας προτεινόμενο από τον Ολλαντ δεν αποτελεί λοιπόν μια στροφή στην πολιτική του αλλά μια συνέχεια. Και αυτή η συνέχεια πάει πολύ πιο πέρα από την πενταετία των σοσιαλιστών αφού ταιριάζει επίσης στις πολιτικές ίντριγκες των προηγούμενων δεξιών κυβερνήσεων. Αυτή η συνέχεια είναι η ίδια πολιτική: αυτή του καπιταλισμού.
Θα μπορούσαμε να ανταπαντήσουμε ότι τα αφεντικά φαίνονται πιο επιθετικά εναντίον μιας σοσιαλιστικής κυβέρνησης απ’ ότι σε μια κυβέρνηση UMP και ότι περίπου το 80% των επιχειρηματιών ψήφισαν Σαρκοζί το 2012. Η απάντηση σ αυτό είναι ότι δεν πρόκειται παρά για τριβές μεταξύ δυο διαφορετικών φατριών μέσα στην ίδια κοινωνική τάξη. Η αστική τάξη, ακόμα και αν μοιράζεται ένα σύνολο κοινών συμφερόντων, δεν είναι μια ενωμένη τάξη και υπάρχει ανταγωνισμός και στο εσωτερικό της. Με τον ίδιο τρόπο το εκλογικό παιχνίδι επιβάλλει τη διαφοροποίηση από τους εκλογικούς αντιπάλους ώστε να εκλεγείς. Αλλά πίσω απ’ αυτά τα προσχήματα η λογική είναι η ίδια: η διατήρηση της εξουσίας της ίδιας κοινωνικής τάξης της οποίας είναι μέρος, παρά τις διαφορετικές θέσεις τους μέσα σ’ αυτή, οι πολιτικοί και τα αφεντικά.
Η δυνατή συγγένεια εξ’ αίματος μεταξύ των αφεντικών και των πολιτικών οφείλεται κυρίως στο γεγονός, μεταξύ άλλων, ότι έχουν «σχηματιστεί» από τα ίδια μεγάλα σχολεία: ΕΝΑ, Πολυτεχνείο κλπ. Τα περισσότερα επαγγελματικά μονοπάτια δείχνουν τα διαρκή allers-retours μεταξύ του ιδιωτικού τομέα και των θέσεων και των θέσεων στο δημόσιο τομέα (υπουργεία, υψηλόβαθμες θέσεις, μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις κλπ). Αυτή η συμπαιγνία πηγαίνει λοιπόν πιο μακριά από μια περιστασιακή συνενοχή. Είναι δομική και πάνω της στηρίζεται η εξουσία των καπιταλιστών. Τίποτα που να εκπλήσσει λοιπόν στο γεγονός ότι οι πολιτικοί της δεξιάς όσο και της «αριστεράς» οδηγούν στην ίδια πολιτική χρησιμοποιώντας την ίδια παραπλανητική γλώσσα: «κόστος εργασίας», «επιβαρύνσεις/δαπάνες για τις επιχειρήσεις», «ανταγωνιστικότητα», «ευρωπαϊκό δίκαιο» κλπ. Όλοι οι όροι που κρύβουν μια πραγματικότητα πιο τετριμμένη: ο συνεχής πλουτισμός της ίδιας τάξης πλουσίων που επαφίενται στην εργασία εκατομμυρίων μισθωτών και επισφαλών εργαζομένων. Αν οι άνεργοι/ες αποζημιώνονται λιγότερο ή οι μισθωτοί της Renault δουλεύουν περισσότερο για να κερδίζουν λιγότερα δεν υπάγονται σε ένα αφηρημένο οικονομικό κανόνα ή σε ένα υποτιθέμενο ανώτερο συμφέρον αλλά είναι μόνο για να χρηματοδοτήσουν τον μεγαλοπρεπή και πολυτελή τρόπο ζωής μιας χούφτας ατόμων.
Για τη λαϊκή εξουσία
Η πολιτική εξουσία δεν είναι μολυσμένη ή υποβάλλεται από την οικονομική εξουσία των αφεντικών. Είναι η ίδια παρακμάζουσα εξουσία σε ένα πλήθος θεσμών και μέρος της ίδιας οικονομικής ή νομικής γλώσσας (γλώσσα που προσποιείται την καθολικότητα για να κρύψει καλύτερα τα συγκεκριμένα συμφέροντα που εκφράζουν).
Η πρόκληση, λοιπόν, δεν είναι να «πάρουμε τους θεσμούς/δομές». Το να υπερασπίζεσαι αυτή την προοπτική είναι σαν να στηρίζεις την ιδέα ότι οι θεσμοί είναι «άδεια κελύφη» που γεμίζουν/καταλαμβάνονται (σημ. εδώ δεν μου ερχόταν η λέξη πχ καλύπτω μια θέση, παίρνω μια θέση. Ας το διορθώσει κάποιος ανάλογα με το νόημα της πρότασης) από μπλε, ροζ ή πράσινους κατά την κρίση των εκλογών. Ή αλλιώς, τίποτα δεν είναι πιο λάθος. Αυτοί οι θεσμοί δεν είναι παρά το προϊόν της κυριαρχίας των καπιταλιστών και αποτελούν ένα στοιχείο σταθερότητας.
Η πρόκληση συμμετοχής στους αγώνες σήμερα είναι η κατασκευή και η ανάπτυξη της αντιεξουσίας/αντι-ιεραρχίας στους χώρους εργασίας, σπουδών, ζωής, που θα βασίζονται στην αλληλεγγύη της τάξης και που θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την εξουσία των καπιταλιστών, των αφεντικών και να θέσουν τις βάσεις για τη λαϊκή εξουσία.
(σε ορισμένα σημεία δεν είναι καλή η μετάφραση αλλά δεν ήξερα τι άλλο να βάλω)
http://www.inout.gr/showpost.php?p=556321&postcount=5